- επανωρραφή
- ηεπανωβελονιά.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
επάνω — και πάνω και απάνω και πάνου και (ε)πά (AM ἐπάνω, Μ και πάνω και ἀπάνω και πάνου και [έ]πά) (επίρρ. συχνά και ως πρόθ.) 1. ψηλά, στο πάνω μέρος ή στην πάνω επιφάνεια («ἐπάνω κατακεισόμεθ ἡμεῑς», Αριστοφ.) 2. (με άρθρο) ως επίθ. αυτός που… … Dictionary of Greek
κοπτορράπτης — ο, θηλ. κοπτορράπτρια και κοπτορραπτού 1. άτομο που έχει ως επάγγελμα το κόψιμο υφασμάτων για ράψιμο ενδυμάτων 2. ο ράπτης 3. είδος ραπτομηχανής βιομηχανικής χρήσης που είναι εξοπλισμένη με μηχανικό ψαλίδι για την κοπή και ταυτόχρονη επανωρραφή… … Dictionary of Greek